Γράφει ο
Μετά την κήρυξη του πολέμου από την Ιταλία κατά της Ελλάδας συνελήφθησαν όλοι οι Έλληνες υπήκοοι που βρίσκονταν στα Δωδεκάνησα. Σύμφωνα με το Δίκαιο του πολέμου προβλέπεται εγκλεισμός των υπηκόων εχθρικού εμπόλεμου κράτους (όλων των ικανών να φέρουν όπλα ή να ασκήσουν οποιαδήποτε δραστηριότητα, που ζημιώνει το κράτος που τους φιλοξενεί) σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Στις 28 Οκτωβρίου 1940 βρίσκονταν στα Δωδεκάνησα περίπου 300 Έλληνες υπήκοοι, οι οποίοι κλείσθηκαν στην τάφρο του ιπποτικού Κάστρου τής Ρόδου, μεταξύ της Πύλης Ντ’Αμπουάζ και της Πύλης τού Αγίου Αθανασίου, κοντά στον Άγιο Φραγκίσκο. Εκεί δημιουργήθηκε το πρώτο στρατόπεδο συγκέντρωσης στα Δωδεκάνησα (concentramento), όπου οι συλληφθέντες παρέμειναν μέχρι τον Ιανουάριο του 1941.Οι συνθήκες διαβίωσης και διαμονής ήταν φρικτές· στην τάφρο οι κρατούμενοι έμεναν σε σκηνές των 6 ατόμων, διαστάσεων 2X3, κάτω από συνεχείς βροχές και μεγάλη υγρασία. Το φαγητό ήταν ανεπαρκές και τους τροφοδοτούσαν συμπληρωματικά οι συγγενείς τους.
Με την άφιξη του νέου Κυβερνήτη Ettore Bastico και την παρέμβαση του Διεθνή Ερυθρού Σταυρού, το στρατόπεδο μεταφέρθηκε στους στάβλους των αλόγων τής φασιστικής νεολαίας (Ballila), γνωστούς ως «αλογάκια», πίσω από το Δημαρχείο τής Ρόδου.
Οι έγκλειστοι επέλεξαν ως αρχηγό τους το Χρήστο Μαλανδράκη, που τον ονόμασαν «Δήμαρχο» τους και του οποίου οι δύο από τους τρεις γιους του ήταν επίσης έγκλειστοι στο ίδιο στρατόπεδο.
Διοικητής τού στρατοπέδου ανέλαβε ο φραγκολεβαντίνος ανθυπολοχαγός Enrico Barman, ο οποίος ήταν γεννημένος στη Ρόδο και γνώριζε ελληνικά.
Η απελευθέρωση των κρατουμένων έγινε στα τέλη Απριλίου του 1941 με την κατάληψη της Αθήνας από τις δυνάμεις του Άξονα. Παρέμειναν όμως περίπου 15, οι οποίοι απελευθερώθηκαν με την ολοκλήρωση της κατάληψης της Κρήτης από τους Γερμανούς. Το στρατόπεδο έκλεισε στις αρχές Ιουνίου του 1941.
Όπως έγραψε ο Σελλάς Σ., Το στρατόπεδο συγκεντρώσεως των Δωδεκανησίων Ελλήνων υπηκόων της 28ης Οκτωβρίου 1940 Concentramento στη Ρόδο, Ρόδος 1996, «Με τη συνθήκη της Λωζάννης του 1923, η Δωδεκάνησος κατέστη Κτήσις του ιταλικού κράτους παίρνοντας και την ονομασία «Νήσοι του Αιγαίου» (Isole Italiane del’Egeo). Τo 1925 με κυβερνητικό διάταγμα όλοι οι Δωδεκανήσιοι αποκτούν τη λεγόμενη ιταλική δωδεκανησιακή ή αιγαιακή υπηκοότητα (Cittadinanza), εκτός εκείνων που είχαν ελληνική ιθαγένεια. Δηλαδή όσοι είχαν έλθει να εγκατασταθούν από την ελεύθερη Ελλάδα, πριν ή μετά το 1912, στα Δωδεκάνησα, τα παιδιά αυτών που τη γέννησή των την καταχωρούσαν στο Ελληνικό Προξενείο Ρόδου, επίσης και όσοι εκ των Δωδεκανησίων κατετάγησαν και πολέμησαν εθελοντές σε δύσκολες ώρες τού ελληνικού Έθνους (Βαλκανικοί Πόλεμοι του 1912-13, A΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, Μικρασιατική Εκστρατεία). Οι φασίστες προσπάθησαν με όσα μέσα διέθεταν, να τους κάνουν να αλλάξουν γνώμη. Ελάχιστοι επείσθησαν, πολλοί αναγκάσθηκαν να φύγουν και να εγκατασταθούν στην ελεύθερη ελληνική Επικράτεια. Στις 18 Δεκεμβρίου 1940 αναφέρεται ότι ο συνολικός αριθμός των Ελλήνων υπηκόων στα Δωδεκάνησα ανερχόταν σε 1.733 και στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως την ημέρα εκείνη ήσαν έγκλειστοι 316 άνδρες, ηλικίας 18 μέχρι 60 ετών, και ότι δεν κλείσθηκαν οι ασθενείς και οι ανάπηροι».
Από το βιβλίο μου «Κως 1912-1948 Από την κατοχή στην ενσωμάτωση. Α΄ μέρος».
Χρωστάμε σ’ όσους ήρθαν πέρασαν,
θα ‘ρθουν, θα περάσουν.
Κριτές θα μας δικάσουν
οι αγέννητοι, οι νεκροί.
H ΡΟΔΙΑΚΗ. 04/08/16
Ο τελευταίος από τους επιζώντες στο κοντσεντραμέντο της Ρόδου.
«Οι Ιταλοί, αφηγείται ο Σταύρος Μαλανδράκης, μας είχαν χορηγήσει αντίσκηνα τα οποία θα έπρεπε από μόνοι μας να τα στήσουμε χωρίς εργαλεία, παίρνοντας πέτρες όπου βρίσκαμε για να καρφώσουμε στη γη. Το αντίσκηνο ήταν για τρία ή τέσσερα άτομα και έπρεπε να μείνουν μέσα έξι ή επτά. Όταν την πρώτη μέρα κατορθώσαμε κάπως να τα στήσουμε, είχαμε ανθρώπους μέσης και μεγάλης ηλικίας, οι οποίοι είχαν πρόβλημα με συχνουρίες κι έπρεπε μέσα στη νύχτα να τους βγάλουμε έξω, δεν υπήρχε φωτισμός, έρεβος... Κοιμόμασταν με τα ρούχα και τα παπούτσια χωρίς κλινοσκεπάσματα. Δεν υπήρχαν τουαλέτες και εκεί μέσα στα κόπρανα ζούσαμε 300 άτομα».
Για επτά μήνες η οικογένεια Μαλανδράκη και οι άλλοι κρατούμενοι παρέμειναν στη Μεσαιωνική Τάφρο. Στη συνέχεια οδηγήθηκαν στον υπαίθριο χώρο πίσω από το Δημαρχείο που ήταν ο στάβλος για τα άλογα των Ιταλών στρατιωτών και όπου παρέμειναν εκεί μέχρι την απελευθέρωσή τους.